Κατσίκια στα Τηρίματα, ρασκά ετούτα... |
Εγώ δεν ήξερα τα γεράματα. Κι αν έβλεπα κάτι γιαγιάδες που τα 'χανε μισοχαμένα και κάτι παππούδες που δεν άκουγαν καλά ή δεν έβλεπαν, πότε δε μου περνούσε από το μυαλό πως κάτι τέτοιο θα μπορούσε να συμβεί σε μια κατσίκα και μάλιστα σε μια κατσίκα που μεγαλώναμε μαζί, νιάτο δηλαδή, με τη ζωή μπροστά της. Έμαθα να την αρμέγω, έμαθα να βοηθώ τα ριφάκια της να βυζάξουν, έμαθα να τ' αποχαιρετώ το Πάσχα, έμαθα να της δίνω την τροφή -πάντα το μεγαλύτερο μερίδιο- να τη δένω στη μέση της κάμπας με το πιο πυκνό χορτάρι, να τη βάζω στη σκιά τα μεσημέρια του καλοκαιριού. Κείνη έμαθε να με χαιρετά βελάζοντας, να με φυσά στα χέρια με την πιο ζεστή της ανάσα, να με ζητά όταν αργούσα χαλώντας τον κόσμο, αν κάποιος άλλος την πλησίαζε.
Κι άξαφνα, θόλωσε το βλέμμα, ένας απροσδιόριστος εχθρός μπήκε ανάμεσά μας. Μ' έβλεπε κι αντί για βέλασμα και πλησίασμα έχωνε τα κέρατα στο χώμα, έτριβε τη μούρη στους κορμούς, μπέρδευε το σκοινί στον κορμό της βελανιδιάς, μουρμούραγε κάτι παράξενα λόγια σαν κρώξιμο...
Εγώ μόλις είχα μπει στη εφηβεία. Τα 'βλεπα ακόμη όλα καινούρια ψάχνοντας για εξηγήσεις με λογική.
-Κάτι έχει "το αραπάκι", κάπου πονάει, να της βράσουμε κάτι ζεστό.
Κάπως με κοιτούσαν, αλλά απάντηση ή ενέργεια καμιά.
Ένας γείτονας που άκουγε όλη τη νύχτα τα κρωξίματα μου 'πε πολύ σοβαρός:
-"Το αραπάκι" σου γέρασε. Όταν γερνάνε οι κατσίκες, ένας διάολος μπαίνει μες τα κέρατα, μοιάζει με σκουλήκι, κι αρχινά να μπαίνει σιγά-σιγά μες το κεφάλι, τρώει το μυαλό μέρα με τη μέρα και το ζωντανό υποφέρει. Τρελαίνεται... Είναι για σφάξιμο τότες.
Και το σφάξαμε... Δε φαγώθηκε ποτέ. Έγινε ταφή. Ησύχασε το ζωντανό...
Ακόμη έχω τη στενοχώρια της λαμπέλας μου. Έζησε παραπάνω, η δύστυχη...
2 σχόλια:
Δεν ήξερα πως υπάρχει και διάολος που ταλαιπωρεί και τα ζώα...
Τελικά πρέπει να φεύγει κανείς στην ώρα του, άνθρωπος και ζώο. Αλλά είναι τόσο δύσκολο να το κρίνει κανείς αυτό.
Ναι, καλή μου, είμαστε τόσο μικροί για να ξέρουμε αν αυτό που θέλουμε είναι και το σωστό... Καλή σου νύχτα!
Δημοσίευση σχολίου