Το όνομα κάθε ανθρώπου ήταν σημαντικό στο νησί. Το όνομα και κυρίως το παρατσούκλι. Το επώνυμο σχεδόν μηδαμινής σημασίας μια και ήταν κοινό για πολλούς. Χρόνια απομονωμένοι από τους άλλους οι γάμοι γίνονταν μεταξύ συχωριανών ακόμη και συγγενών. Από δεύτερα ξαδέρφια και μετά η σύναψη γάμου θεωρούνταν νομότυπη και εγκρίνονταν από την τοπική κοινωνία έστω κι αν η εκκλησία είχε αντίθετη γνώμη. Οπότε οι συνωνυμίες ήταν συχνό φαινόμενο και η χρήση του παρωνυμίου επιβεβλημένη προκειμένου να γίνει ευδιάκριτο το πρόσωπο ανάμεσα στους συνομιλούντες.
Εκτός από το επώνυμο, που το θυμόμαστε μόνο στις εκδόσεις εγγράφων, ξεχνάμε συχνά και να "βαφτίσουμε" τα μαγαζιά μας. Έτσι έχουμε το καφενείο του Δημητρού ή το καφενείο του "Αυγά" ή του Ευθύμιου δίχως καμιά ταμπέλα πάνω από την πόρτα. Αυτό είχε βέβαια και τις συνακόλουθες παρεξηγήσεις αφού με την είσοδο των τουριστών στο νησί, οι συνεννοήσεις γίνονταν με δυσκολία. Δίνοντας ραντεβού "στου Δημητρού" ο άλλος έψαχνε το μαγαζί και δεν το έβρισκε ποτέ εκτός κι αν κατέληγε να απευθυνθεί σε χωριανούς. Όποιος είχε μεγαλώσει στο νησί, όπως εγώ, το θεωρούσε πάντως απολύτως φυσικό.
Πρώτη φορά που κατάλαβα την ιδιαιτερότητα αυτή ήταν πριν καμιά εικοσαριά χρόνια που ένας γνωστός παρουσιαστής αποφάσισε πρώτη φορά να κατέβει στο νησί και να πάρει συνεντεύξεις από ντόπιους. Την αλλιώτικη φύση των κατοίκων δεν πρέπει να τη γνώριζε, αργότερα, πολύ αργότερα, μας ανακάλυψαν τα διεθνή ειδησεογραφικά κανάλια κι άρχισαν να μιλούν για την περιβόητη μακροζωία και το ραχάτι που ίσως και να οδηγεί σε αυτήν. Πάει λοιπόν ο άνθρωπος και βρίσκει ταβερνιάρη στο Να, περασμένης ηλικίας που μια χαρά του τα 'πε ο άνθρωπος. Και πως "αυτό το καφενείο άνοιξε πριν τριάντα χρόνια και ήταν το πρώτο στο συνοικισμό και μετά το πήραν τα παιδιά και έγινε ευρέως γνωστό και οι οικογένειες το δουλεύουν μια χαρά" κι ο παρουσιαστής συγκινήθηκε κάπως, μάλλον συμπάθησε το γέροντα , οπότε στο τέλος της συνέντευξης τον ρωτάει: "Και πώς τη λένε την ταβέρνα σας;", διαφήμιση σκέφτηκε να του κάνει... Κι ο άλλος γούρλωσε τα μάτια κάπως κι εγώ από την Αθήνα χτυποκάρδισα "μα τι τον ρωτάει τον ανθρωπάκο" και "ιδέα δεν έχω πώς τη λένε, θαρρώ πως της 'βγαλαν ένα όνομα τα μικρά", σηκώθηκε πάνω, έκανε δυο βήματα "α, ναι, το 'χουνε βγάλει "Νας" ε, δεν το 'ξερα, λοιπόν" κι ο παρουσιαστής έσκασε στα γέλια. "Ένα μαγαζί τριάντα χρόνια έχετε και δεν ξέρετε την επωνυμία του; Πώς γίνεται;"
Γέλασα κι εγώ μαζί του κι ήθελα να μπω στην οθόνη μέσα να εξηγήσω πως κι εμείς δεν το ξέραμε που πάμε χρόνια εκεί και καμιά ανάγκη δεν είχαμε γι' αυτό.
Και μένοντας χρόνια στην πόλη άρχισα να συνειδητοποιώ τις λωλάδες μας μια μια και να προσπαθώ να βρω εξηγήσεις. Μετά άρχισα να ψάχνω πώς αυτές οι ιδιαιτερότητες, να τις πούμε έτσι καλύτερα, μας ακολουθούν ακόμη κι όταν φεύγουμε από τον τόπο χαρίζοντας μας μια μοναδική ταυτότητα, όχι καλύτερη από των άλλων, μα ξεχωριστή πάντως. Έτσι όταν φτάσαμε τέλη Οκτώβρη στην ηλιόλουστη παραλία της φωτογραφίας κι ο αδερφός μου έψαχνε με αγωνία να βρει την ψαροταβέρνα φίλου του που έφυγε μικρός από τη Νικαριά και εγκαταστάθηκε εκεί, εγώ περπάτησα από τη μια άκρη στην άλλη, κάθισα χαλαρά στην κλειστή ψαροταβέρνα του συμπατριώτη κι ατένιζα το πέλαγος. Έρχεται μετά από ώρα, αφού είχε κάνει δυο τρεις φορές το γύρο του χωριού και μου λέει:
-Τη βρήκα την ταβέρνα, είναι η Τάδε, ταιριάζει στην περιγραφή που μου έδωσε ακριβώς.
-Ε, δεν είναι, η δική του είναι αυτή που κάθομαι...
-Ναι, καλά, την ξεχώρισα, σου λέω.
-Πάμε στοίχημα;
Βάλαμε και στοίχημα, το κινητό δεν έπιανε για να μας βεβαιώσει ο φίλος, που γέρος πια ξεχειμώνιαζε στο δικό μας νησί, οπότε ξεχνιέται το θέμα μέχρι να πάει ο αδερφός μου "κάτω".
-Κέρδισες... Πώς το 'ξερες όμως; Αφού δε στην είχε περιγράψει...
-Μα ήταν η μόνη δίχως ταμπέλα...
2 σχόλια:
Πάντως του Αυγά έχει ταμπέλα (αλλά φυσικά μου διαφεύγει το όνομα, ίσως «Η συνάντησις» ή κάτι τέτοιο). Επί πολλά χρόνια του Τραμπαρίφα είχε μια ταμπέλα που έλεγε «Τα Κωλονάκια» (με αυτή τη σειρά στα ω και ο), μέχρι που το άλλαξε και έβαλε ταμπέλα «Τραμπαρίφας» και συνεννοούμαστε.
Α, ναι, το βιβλιοπωλείο «Αρμενιστής» το ξέρεις;
Στου Αυγά εγώ ταμπέλα δεν θυμάμαι, μήπως τη βάλανε τα μικρά;
Τέλος πάντων, δε συμφωνείς ότι υπάρχει ή έστω υπήρχε η τάση να αφήνουμε τα μαγαζιά χωρίς όνομα;
Δημοσίευση σχολίου