Παρασκευή 1 Ιουλίου 2011

Δεν χαίρω πολύ!

Η μουσική καλά κρατεί.... Στο βάθος οι ήχοι από τα τύμπανα.
Ο Τάσος ήρθε νωρίτερα μ' ενθουσιασμό. Γνωστός φίλου με μέσο μεταφορικό. Μαζευόμαστε στη συνηθισμένη γωνία, κάτω από τ' αγαλματάκι. Η ατμόσφαιρα βαριά, αλλά έχει δροσούλα πρωί πρωί. Παίρνουμε καφέ. Μαζεύονται κι οι υπόλοιποι. Χαζεύω τις ζωγραφιές των παιδιών στον παιδότοπο. Άραγε ξέρει ο κόσμος πως υπάρχει και παιδότοπος στην πλατεία;
Το μάρμαρο που καθόμαστε συνήθως, λείπει. Δεν πειράζει, καθόμαστε στο τσιμέντο. Κάνουμε βόλτες, συναντάμε γνωστούς. Εγώ λιγότερους, γιατί οι δικοί μου προτιμούν τον ύπνο. Βαριέμαι. Μπαίνω στον κήπο και βγαίνω στο στάδιο. Η φλόγα καίει. Μα τι στο καλό; Α, ναι, έχουμε τους παραολυμπιακούς αγώνες.
Παντού αστυνομικές δυνάμεις. Οι διαδηλωτές ελάχιστοι. Θυμάμαι την κοσμοπλημμύρα της Τετάρτης και απογοητεύομαι. Στην Ερατοσθένους έχει νεαρόκοσμο. Ρίχνουν κάδους και βάζουν φωτιά. Μια κοπέλα πιο δυναμική, μιλά στο τηλέφωνο και τους καλεί στην πλατεία. Μα δεν προλαβαίνουν. Η αστυνομία κάνει έφοδο. Ένας κύριος με μπαστούνι ωρύεται. Υπερασπίζεται τα παιδιά φωνάζοντας εξοργισμένος στους αστυνομικούς. Παράλληλα, προσπαθεί να προστατέψει το αμάξι του που κινδυνεύει. Κάνει σπασμωδικές κινήσεις.
-Το χρωστάω, βρε παιδιά, μην τους κυνηγάτε. Θα γίνουν ζημιές. Γιατί τους κυνηγάτε; Αφήστε τα. Θα έφευγαν σε λίγο.
Μα εκείνοι συνεχίζουν. Δεν εμπλέκομαι. Ανεβαίνω τη Β. Κωνσταντίνου. Παντού αστυνομία και μηχανές. Μέχρι εκεί που φτάνει το μάτι. Χαμογελώ με σαρκασμό. Μα τι στο καλό, σκέφτομαι. Είμαστε τόσο λίγοι... Τι φοβούνται;
Γυρνώ στη γνωστή γωνία. Αρχίζει η κουβέντα για να περάσει η ώρα. Στην παρέα μπαίνει η Βάσω. Λίγο περασμένης ηλικίας. Μας μιλά για τους αγώνες της τους χαμένους...
...καθώς περιμένουμε τους πρώην συντρόφους της να εμφανιστούν...
 Η κόρη της ζει στην Αμερική και ο γιος στην Ολλανδία. Έχει μείνει μόνη εδώ, μα συνεχίζει ν' αγωνίζεται. Ανεξάρτητη τώρα και ενθουσιασμένη μ' αυτά που γίνονται στην πλατεία. Χωρίς καθοδηγήσεις και ειρηνικά.  Η συζήτηση αποκτά ενδιαφέρον. Ξέρει πολλά, μα κυρίως έχει ζήσει πολλά.
Οι πρώην σύντροφοι δεν εμφανίζονται τελικά...
Τα συνθήματα που ακούγονταν στο βάθος ήταν από άλλη οργάνωση. "Πάμε να φύγουμε" ειρωνεύεται κάποιος...
Η Βάσω αποχωρεί... Βρίσκω την ευκαιρία να πιάσω κουβέντα με το Νίκο. Δεν τον γνωρίζω καλά, μα μου 'χε κάνει εντύπωση ο τρόπος που μίλησε σε μια τοπική συνάντηση αγανακτισμένων. Πλησιάζει τα εξήντα, είναι στιβαρός, με ενδιαφέρουσες ιδέες. Τον ακούω με προσοχή, αν και δε συμφωνώ σε όλα.
Η κοπελιά από την ομάδα καθαριότητος- τη βλέπω κάθε φορά- περνά με μια σακούλα και μαζεύει τα μπουκαλάκια. Σκύβει και μαζεύει κι ένα μικρό κομματάκι χαρτί που 'χει πέσει δίπλα στα πόδια μου. Ντρέπομαι.
Το ξεχνώ γρήγορα, γιατί ακούγονται γιουχαρίσματα. Έρχονται... Με κουκούλες και βαριοπούλες. Συγκεντρώνονται μπροστά μου. Ο Τάσος ουρλιάζει να φύγουν. Η Βαλέρια το ίδιο. Ο Νίκος τρέχει για τους πιο πάνω. Οι άλλοι από τις σκηνές έρχονται και τους παίρνουν τα κομμάτια από μάρμαρο που έχουν στα χέρια. Απομεινάρια της προηγούμενης. Τελικά φεύγουν. Οι κερατάδες! Ξανακαθόμαστε ανακουφισμένοι. Ουφ, τελικά δεν έπιασε, σκεφτόμαστε... Περνούν λίγα λεπτά.
Μπαμ, μπαμ, μπαμ... Ο πρώτοι καπνοί.
Κοιτάμε ο ένας τον άλλο με απορία. Μα γιατί; Αφού έφυγαν...
Μένουμε εκεί. Ο Νίκος επιστρέφει. Μου δίνει συμβουλές κρατώντας μου σφιχτά το μπράτσο. Η Βαλέρια μου κάνει νόημα να καθίσω χαμηλά και με πασαλείβει με μααλόξ. Η φίλη της Ανθής έχει έρθει με κάτασπρο κοντό φουστανάκι. Δασκαλίτσα και καθώς πρέπει. Κρατάει σφιχτά τη φίλη της κι η φίλη της τη μάνα της. Πάμε προς τους καλλιτέχνες. Η Σόνια βοηθά τους πανικοβλημένους και τους προμηθεύει με τ' απαραίτητα. Στο κέντρο χορεύουν. Τα δακρυγόνα δε σταματούν, μα ούτε και τα χειροκροτήματα, η μουσική των παιδιών, ο χορός τους και τα συνθήματα. "Ψωμί, παιδεία, ελευθερία..."
Κανείς δεν έχει πέτρες στα χέρια. Τα θέλουμε για να χειροκροτούμε τα παιδιά που παίζουν.
Κάνουν ντου εξαγριωμένοι. Σφιγγόμαστε στον κορμό του δέντρου των καλλιτεχνών. Τους βλέπω, είναι στην άκρη της σκάλας. Δυο νεαροί με φωτογραφικές μηχανές περνούν ανάμεσά τους για να έρθουν προς εμάς. Τους χτυπούν πάνω στα σκαλιά. Εξαγριωνόμαστε. Αρχίζουμε ξανά να ανεβαίνουμε. Εγώ όχι, είμαι στον κορμό ακόμη.
Εκείνοι υποχωρούν μπροστά στο πλήθος. Ανακατάληψη εδάφους. Ένας κύριος ασπρομάλλης κουνά σταθερά το χέρι του καλώντας μας προς τα πάνω. Πιάνω το χέρι του Νίκου.
- Έλα, πάμε; Φοβάμαι μόνη μου.
Εκείνος με κρατά σφιχτά και ξεκινάμε.
- Άντε, πάμε να δούμε...μου λέει.
Στο τελευταίο σκαλί ξαναρχίζουν. Γυρνάμε πλάτη, αλλά δεν τρέχουμε, για ν' αποφύγουμε τυχόν πέσιμο. Με κρατά προστατευτικά. Γυρνά να δει τι γίνεται πίσω μας. Τραντάζεται. Βγάζει μια κραυγή. Νομίζω πως είδε κάτι άσχημο. Μα τρέχουν αίματα από το πρόσωπο. Μπαίνουμε στο ιατρείο πρώτων βοηθειών μέσα στην είσοδο του μετρό. Ερυθροσταυρίτες, γιατροί και διασώστες, με συντονιστή υπεύθυνο του μετρό. Χρειαζόμαστε νοσοκομείο. Ίσως σπάσιμο κάτω γνάθου. Του βάζουν ορό.
-Ήταν ένα κομμάτι μάρμαρο. Τον είδα. Μου το πέταξε. Τον είδα. Μα δεν πρόλαβα να αντιδράσω.
Μα γιατί; Αφού φεύγαμε, σκέφτηκα. Ο γιατρός του απαντά με ψυχραιμία.
-Αν, όπως λέτε, το έκανε αστυνομικός πρόκειται για παράνομη πράξη, να ξέρετε.
Οι άλλοι γελούν. Ο Νίκος δε μιλά πια. Του κλείνουν το στόμα με γάζες.
Ο γκριζομάλλης κύριος δίπλα ετοιμάζεται να βγει πάλι έξω. Ο διασώστης τον συμβουλεύει.
-Μη βγείτε ξανά. Θα πάθετε τα ίδια.
-Από την Κύπρο ήρθα, του λέει, λες να φύγω;
Τον ρωτώ ξανά. Μου το διαβεβαιώνει χαμογελαστός.
-Ναι, παιδί μου, από την Κύπρο. Πονούσε η καρδιά μου μ' αυτά που έβλεπα.
Φύγαμε μετά από δυο ώρες. Αφού είδαμε δεκαπεντάχρονα να φτύνουν αίμα, λιπόθυμους ογδοντάχρονους, μια κοπέλα με σπάσιμο στη μέση... Φοβήθηκα ότι θα υπάρχουν νεκροί. Οι καπνοί είναι μέσα στο σταθμό. Κλείνουν την κεντρική είσοδο του σταθμού πρώτων βοηθειών με νάυλον.
Το ασθενοφόρο ήρθε στο Μέγαρο Μουσικής. Στο μετρό μας κάνουν χώρο για το καρότσι και χειροκροτούν. Στο ασανσέρ ο συντονιστής του μετρό, καταρρέει...
-Ζαλίζομαι, παιδιά. Τι γίνεται σήμερα; Τι γίνεται;
Συνέρχεται γρήγορα.
Στο νοσοκομείο συναντώ το Μιχάλη από το νησί.. Θυμήθηκα το τραγούδι που γράφτηκε κάποτε γι' αυτόν, σ' άλλη περίσταση, μα ταίριαζε... "Κοίτα, Μιχάλη μου, το χάλι μου..." Μοιάζει κουρασμένος. Μου μιλά για τ΄άλλα παιδιά -αθλητές με ειδικές ανάγκες- που αντί ν' αγωνίζονται μπήκαν στο νοσοκομείο με σαλμονέλα.
-Ήταν καμιά εβδομηνταριά, κλαμένα τα κακόμοιρα, όχι από τον πόνο και τον εμετό... Χάσανε τον αγώνα που ονειρεύονταν τέσσερα τουλάχιστον χρόνια. Για το κωλοκέτερικγκ... Τους δώσανε σκάρτα φαγητά... Τ' όνειρό τους χάσανε, καταλαβαίνεις; Τα κανάλια ήρθαν, μα δε δείξανε τίποτα στο τέλος. Ρίχνω κλεφτές ματιές στην τηλεόραση από το πρωί. Κουβέντα... Μόκο...
Κουνώ το κεφάλι, ενώ σκέφτομαι το ποσό που κόστισε η τελετή έναρξης.
Ενώ περιμένω στην ουρά για τη σφραγίδα, χαζεύω το χαρωπό πρόσωπο του δημοσιογράφου που ανακοινώνει ότι "πέρασε..."
-Πέρασε, Νίκο...
Εκείνος έχει βγάλει τη γάζα και ενημερώνει με πάθος τους αγνώστους στο προαύλιο για τα όσα έγιναν. Δεν είναι δύσπιστοι. Βλέπουν τις πληγές του και φωνάζουν. Δε θα πω τι...
Οι φίλοι του έρχονται σε λίγο. Ώρα να φύγω.
Του δίνω το χέρι, μα εκείνος μ' αγκαλιάζει.
-Συγγενείς; ρωτά κάποιος.
-Σήμερα γνωριστήκαμε, του απαντά απλά.

Σήμερα όμως γνωρίσαμε κι άλλους. Ποιοι είναι, τελικά....
Έτσι θα λέμε.
Σαν σήμερα έγιναν οι καινούριες συστάσεις.
Σαν σήμερα, το 2011... Όχι, δεν χαίρω πολύ...



Δεν υπάρχουν σχόλια: