"...Σωπαίνει. Στέκει αφαιρεμένος. Και μοιάζει ν' αφουγκράζεται κάτι μεγάλο, όμορφο και μυστικό, που δεν είναι μπορετό ναν το ακούσει άλλος κανένας.
Λίγο πριν άκουα, χωρίς να μπορώ να 'μπω στο βαθύτερο νόημα των λόγων του. Είχα ωστόσο την αόριστη εντύπωση πως δεν ήταν από τον κόσμο τούτονε κείνα τα λόγια.
Κι εκείνος ξαναμιλεί.
Η φωνή βγαίνει από το στεγνό του χείλι φουριόζικα, σαν κυνηγημένη. Μοιάζει σα ρόχος, σα λαχάνιασμα, σαν έξαλλος καλπασμός. Μιλεί σα να 'ναι σκυμμένος απάνω σε μιαν άβυσσο και σαν ναν τον εμεθά ο αντίλαλος των λόγων που του στέλνει πίσω το χάος. Με πάθος μιλεί. Με έξαψη. Δάκρυα κυλούν από τα μάτια του. Και είναι τα λόγια, που ξεστομίζει, κοφτερά, αριδωτά, λόγια αγκαθαρά, λόγια με κόχες πολλές και λιγοστές στρογγυλάδες.
Για την ασκήμια μιλεί, και για την ομορφιά και για τις ταλαίπωρες ανθρώπινες ψυχές που μήτε τη μία αντέχουνε μήτε την άλλη -και λυγάνε. Και για τη χαρά μιλεί, και για τον έρωτα και για τον πόνο και για το χώρο που κατέχουνε και για τη θέση μέσα στη στενάχωρη έκταση της ανθρώπινης ζωής. Για τη σκοταδερή κακία μιλεί, και την απαλοχέρα καλοσύνη. Ο λόγος του πάει και στην εγκαρτέρηση. Και στην πίστη. Και στην ελπίδα. Σταματά στη θλίψη και στο πάθος, στη δύναμη και στην αδυναμία. Και ύστερα λέει για αμέτρητες θυσίες, για το αέναο πάλεμα του καλού και του κακού. Για την αμαρτία και την εξιλέωση και, ακόμα, για την απολύτρωση, που μπορεί ν' αργεί, μα έρχεται ωστόσο, κάποιαν ώρα.
.......................
-Ε, άκουσες; μου ματαλέει θυμώζικα ο Σωτήρης.
Δε λέω "ναι". Και δεν αποκρίνομαι "όχι". Κάποιο βάρος σαλακιάζει τα στήθεια μου. Κάτι σαλτάρει μέσα μου και βογγά. Αναρριγώ. Και η ματιά μου γυρίζει στην άπλα της θάλασσας όπου (κοντά στα βράχια) τα ξεσκλίδια των αφρών κάτι σημαδεύουνε και χωνεύουνε αγάλια-αγάλια, αθόρυβα και πικρά. "
Γ. Δενδρινός "Ειρήνη υμίν" εκδ. στιγμή 1988
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου