φωτό από εδώ |
Το ψάχνω διαρκώς. Στους δρόμους, στα λεωφορεία, στα μαγαζιά, στις βόλτες. Είναι σαν το παιχνιδάκι που παίζαμε παλιά ψάχνοντας για το δαχτυλίδι που κρύβονταν στις χούφτες των άλλων παιδιών. Μόνο που τώρα αλλάξαν οι καιροί. Ένα απλό χαμόγελο, αληθινό, ξένοιαστο, τούτο αναζητώ κάθε μέρα. Είναι αρκετό για να λέω ότι κέρδισα. Κρύβεται ανάμεσά μας ξεχασμένο, τσαλακωμένο στις τσέπες, κρυμμένο στην πίσω πλευρά της στάσης, μέσα σε σκοτεινιασμένες καρδιές κι πίσω από δόντια σφραγισμένα. Αν κατορθώσω να το ανακαλύψω, σταματώ την αναζήτηση και ησυχάζω κάπως, ελπίζω. Την άλλη μέρα αρχίζω από την αρχή. Τελευταία περνούν βδομάδες κι εγώ ακόμη ψάχνω. Χάνω πολλούς γύρους έτσι. Μα πού και πού το βλέπω ξαφνικά να λάμπει...
Μια Τρίτη, για παράδειγμα, το βρήκα κρυμμένο στο καθρεφτάκι ενός αμαξιού. Η συννεφιασμένη γυναίκα που οδηγούσε έχοντας για μοναδική κουβέντα την απαράδεκτη κατάσταση της χώρας, τις αδικίες και τα τζάμπα γράμματα που έμαθε, σήκωσε το κινητό, πήρε μια ανάσα ανακούφισης, κατάλαβα ότι δεν ήταν από τράπεζα το τηλεφώνημα, και τσουφ! έσκασε μύτη... Ένα αδιόρατο χαμόγελο στο καθρεφτάκι κι ένα γελάκι έπειτα, μάλλον μυστηριώδες, απευθυνόταν σε κάποιο αγαπημένο πρόσωπο που βρίσκονταν στην άλλη άκρη της γραμμής, αρκετό για να μου χαρίσει την πρώτη και μοναδική νίκη της εβδομάδας.
Την προηγούμενη Πέμπτη, στο χασάπικο, ο πρόσχαρος -μέχρι πέρσι- κρεοπώλης δεν είχε πια κανένα ενδιαφέρον για την αναζήτησή μου. Πάνω από το ψυγείο με τα κρέατα έχει τοποθετηθεί μια τεράστια οθόνη και παραμορφωμένες φάτσες με γουρλωμένα μάτια, σφιχτά χείλη και στεντόρεια φωνή ενημερώνουν συνεχώς για τις δυσάρεστες εξελίξεις, την ταλαιπωρία από τις ουρές, την αγανάκτηση γερόντων που ψωνίζουν στις λαϊκές αγορές, τη γενική απογοήτευση που πλανάται. Έτσι εξασφάλισε πια κι αυτός, μόνιμα σχεδόν, δυο μεγάλες ρυτίδες ανάμεσα στα φρύδια, μια τρεμουλιαστή φωνή και μια τεράστια ευχαρίστηση την ώρα που τεμαχίζει τα κομμάτια μόσχου. Καμιά φορά πάει να με ξεγελάσει σκάζοντας ένα ψεύτικο χαμόγελο καθώς μου δίνει τα ρέστα, μα είναι τόσο φανερό πως το κάνει μόνο και μόνο για να παραμείνω πελάτισσα, που το αγνοώ εντελώς.Κείνη τη μέρα όμως όμως εμφανίστηκε τρέχοντας η μικρή του κόρη, πήγε πίσω από το ταμείο, του τράβηξε το μανίκι κι εκείνος τη σήκωσε ψηλά, της έσκασε δυο φιλιά, έπαιξε με τα κοτσιδάκια της, δεν ξέρω αν οι ρυτίδες είχαν χαθεί για λίγο, μα η μικρούλα με κοίταξε πονηρά πίσω από τη γυρισμένη πλάτη και μου έδωσε μια νίκη ακόμη. Ένα γέλιο γάργαρο, αληθινό.
Αυτή τη βδομάδα δεν κέρδισα ούτε πόντο. Ένα πρωί, που 'χε ήλιο κάπως κι εγώ είχα όρεξη, ακολούθησα μηχανικά ένα ζευγαράκι που μου φάνηκε ευτυχισμένο. Λέω από μέσα μου, κάτι ευχάριστο θα πουν και θα γελάσουν, μα τίποτα. Κατέβαιναν σιωπηλοί, ο καθένας στις δικές του σκέψεις, έστριψαν στο στενάκι της εφορίας. Συνέχισα το δρόμο μου. Παρακάτω μια παρέα ηλικωμένων αντρών μαζεμένοι στο παγκάκι, κρατούσαν κομπολόγια και κουβέντιαζαν σιγανά. Πέρασα ξυστά, έκανα πως έδενα τα κορδόνια, άκουσα δυο φριχτές κουβέντες, του τύπου "καλύτερα ήταν τότε στη δικτατορία, τέτοια δεν είχαμε..." κι έφυγα βιαστικά χάνοντας πια κάθε διάθεση για παιχνίδι.
Αν βρείτε κάνα γελάκι, στείλτε... Τώρα που σκοτεινιάζει έχει περισσότερο ενδιαφέρον η αναζήτηση.
Καλή επιτυχία...
5 σχόλια:
:)
Ποντάκι;
Βρήκα ένα...
Στα χειλάκια της τρίχρονης εγγονής μου...
Στο στέλνω με αγάπη.....
Καλή Κυριακή!
Ουουουππς... Το 'πιασα!
Καλημέρα Β.!
Φχαριστώ.
Στέλνε εσύ, στέλνε, κάτι μπορεί να γίνει.
Καλημέρα και σε σένα, γιαγιάκα! Το έλαβα με χαρά.
(Τέτοια γιαγιά που έχει, πώς να μη χαμογελά η εγγονή;)
Ύστερα δε μασάνε τα παιδιά από τέτοια. Ευτυχώς...
Σάββατο νωρίς το πρωί, γυρνώντας από το αεροδρόμιο. Ήσυχη μετά από καιρό. Οδηγώ στην παραλιακή με ανοιχτό παράθυρο για να μπαίνει λίγο κρύο. Στη διαπασών τα Σάββατα της Τσανακλίδου (http://www.youtube.com/watch?v=9iumV9_shQg).
Δεν ντρέπομαι να ομολογήσω ότι χαμογέλασα στ΄αλήθεια. Σου στέλνω το δικό μου λοιπόν.
Σ' ευχαριστώ, Φαουδάκι.
Έτσι...Πάντα τέτοια!
Δημοσίευση σχολίου